Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

ΤΟ ΕΝΩΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΩΝ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΩΝ ΣΤΗΝ Θ΄ ΙΟΝΙΑ ΒΟΥΛΗ




Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Κεφαλονίτικη Πρόοδος, περ. Β΄, τχ 18 (Απρ.-Ιούν. 2016), σσ. 38-42.

 
            Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός είχε εθνικο-απελευθερωτικό και ταυτόχρονα δημοκρατικο-κοινωνικό χαρακτήρα: απορρίπτοντας κάθε συζήτηση για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του καθεστώτος της Βρετανικής Προστασίας, επιζητούσε, με βάση την αρχή των εθνοτήτων, την ένωση των Επτανήσων με το ελεύθερο ελληνικό κράτος, με ένα κράτος, βέβαια, δημοκρατικό και κοινωνικά δίκαιο σύμφωνα με τα αιτήματα των Γαλλικών Επαναστάσεων του 1789 και 1848. Παράλληλα, είχε μέσα στους στόχους του τη γενικότερη δημοκρατική ανάπλαση της Ανατολής, ενώ έκανε λόγο για μια «Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία» στη βάση της ισότητας και της αλληλεγγύης, που θα απέβλεπε στην «παγκόσμια αδελφοποίηση».
Ο παραπάνω διπλός προσανατολισμός του ριζοσπαστισμού εκφράστηκε κατά τρόπο σαφή και απόλυτο με το λεγόμενο «Ψήφισμα της Ένωσης», το οποίο οι ριζοσπάστες βουλευτές της Θ’ Ιόνιας Βουλής προσπάθησαν να καταθέσουν στη συνεδρίαση της 20ής Νοεμβρίου 1850, γεγονός που συνιστά κατά τον Σπ. Λουκάτο την «κορύφωση του εθνικού έργου» τους.[1]
Αλλά, ας διαβάσουμε πρώτα-πρώτα το κείμενο του Ψηφίσματος:
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ
Επειδή η ανεξαρτησία, η κυριαρχία και η εθνικότης εκάστου λαού είναι  δικαιώματα φυσικά και απαράγραπτα∙
Επειδή ο λαός της Επτανήσου, απαρτίζων μέρος αναπόσπαστον της ελληνικής φυλής, στερείται σήμερον της πραγματικής απολαυής και εξασκήσεως των τοιτούτων δικαιωμάτων∙
Επειδή, προς τοις άλλοις, εξέλειψαν πλέον αι αφορμαί, ένεκα των οποίων ετέθη υπό την αγγλικήν προστασίαν, δυνάμει συνθήκης εις την οποίαν ουδεμίαν ποτέ έδωκε συγκατάθεσιν∙
Επειδή, τέλος, μερίς τις της ελληνικής φυλής, εις την οποίαν ανήκει, δηλαδή η απελευθερωμένη Ελλάς, ανέκτησε τα κυριαρχικά και εθνικά αυτής δικαιώματα∙
Δι’ όλα ταύτα,
Η πρώτη ελευθέρα Βουλή των αντιπροσώπων της Επτανήσου
Διακηρύττει
Ότι η ομόθυμος, στερεά και αμετάτρεπτος θέλησις του επτανησιακού λαού είναι η ανάκτησις της ανεξαρτησίας του και η ένωσις αυτού με το λοιπόν έθνος του, την απελευθερωμένην Ελλάδα.
Η παρούσα διακήρυξις θέλει διαβιβασθή διά διαγγέλματος της Βουλής προς την προστάτιδα δύναμιν, όπως διά των αρμοδίων μέσων διακοινώση αυτήν και εις τας λοιπάς της Ευρώπης δυνάμεις, διά να ενεργήσωσιν ομού προς ταχείαν αυτής πραγματοποίησιν.
Εν τη Βουλή των Αντιπροσώπων τη 26 Νοεμβρίου 1850

Οι Αντιπρόσωποι
Γεράσιμος Α. Λιβαδάς, Ναθαναήλ Δομενεγίνης, Άγγελος Δεσύλας, Φραγκίσκος Δομενεγίνης, Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, Ιωσήφ Μομφερράτος, Τηλέμαχος Παΐζης, Ιωάννης Τυπάλδος Δοτοράτος, Σταματέλος Πυλαρινός, Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος, Χριστόδουλος Ποφάντης. (Βλ. εικόνα 1).

Οι ριζοσπάστες βουλευτές της Θ΄ Ιόνιας Βουλής

Έντεκα ήταν οι βουλευτές που υπέγραψαν το προτεινόμενο Ψήφισμα. Ωστόσο, στη γνωστή σχεδόν κυκλική λιθογραφία (βλ. εικόνα 2),[2] που αρκετές φορές παρουσιάζεται ως η απεικόνιση των βουλευτών που υπέγραψαν το Ψήφισμα, εικονίζονται τα πρόσωπα δέκα ριζοσπαστών. Τι ακριβώς συμβαίνει;
Με τις βουλευτικές εκλογές του Φεβρουαρίου 1850 εκλέχθηκαν εννιά συνολικά ριζοσπάστες - ήταν σημαντικότατη επιτυχία του ριζοσπαστικού κινήματος - όχι όμως απ’ όλα τα ιόνια νησιά. Συγκεκριμένα: από την Κεφαλονιά οι Γεράσιμος Λιβαδάς, Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, Ιωσήφ Μομφερράτος, Σταματέλος Πυλαρινός, Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος και Ιωάννης Τυπάλδος Δοτοράτος Καπελέτος∙ από τη Ζάκυνθο οι Ναθαναήλ Δομενεγίνης και Φραγκίσκος Δομενεγίνης∙ από την Ιθάκη ο Τηλέμαχος Παΐζης. Σε επαναληπτικές εκλογές τον Απρίλιο του 1850 στην Κεφαλονιά αναδείχθηκε ο δέκατος ριζοσπάστης Ανδρέας Καρούσος Σαντριβίλης. Αυτοί, λοιπόν, οι δέκα ριζοσπάστες βουλευτές, κατά την παραμονή τους στην Κέρκυρα για τη συμμετοχή τους στις εργασίες της Θ΄ Ιόνιας Βουλής, φωτογραφήθηκαν. Επομένως, η γνωστή φωτογραφία περιλαμβάνει τους πρώτους δέκα ριζοσπάστες βουλευτές. Στο μεταξύ, μέχρι το Νοέμβριο του 1850, που κατατέθηκε το παραπάνω Ψήφισμα, είχε αλλάξει κάπως η σύνθεση της κοινοβουλευτικής ομάδας. Συγκεκριμένα: είχε πεθάνει ο Κεφαλονίτης Ανδρέας Καρούσος Σαντριβίλης και οι επαναληπτικές εκλογές του Νοεμβρίου 1850 δεν ανέδειξαν ξανά ριζοσπάστη, αλλά καταχθόνιο/κυβερνητικό υποψήφιο. Έτσι, μειώθηκε ο αριθμός των ριζοσπαστών από δέκα σε εννιά.
 Στη συνέχεια, σε επαναληπτικές εκλογές που προκηρύχθηκαν στη Ζάκυνθο και στην Κέρκυρα, αναδείχθηκαν δύο νέοι ριζοσπάστες βουλευτές, ο Άγγελος Δεσύλας [Σιγούρος] από τη Ζάκυνθο και ο Χριστόδουλος Ποφάντης από την Κέρκυρα. Έτσι, ενισχύθηκε η κοινοβουλευτική ομάδα  των ριζοσπαστών, μετρώντας τώρα, στις παραμονές κατάθεσης του Ψηφίσματος, έντεκα βουλευτές. Να, γιατί δεν υπογράφει το ιστορικό Ψήφισμα ο Α. Καρούσος Σαντριβίλης, ενώ το υπογράφουν οι Ά. Δεσύλας [Σιγούρος] και Χρ. Ποφάντης.

Ο συντάκτης του Ψηφίσματος

          Ποιος ήταν ο συντάκτης του Ψηφίσματος, αυτού του «αδάμαντα της επτανησιακής ιστορίας» κατά τον Π. Πανά;[3] Για το ζήτημα αυτό υπάρχουν διϊστάμενες απόψεις, και μάλιστα από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές εκείνου του γεγονότος.
          Ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος έχει γράψει: «Επιφορτισθείς δ’ εγώ παρά των συναδέλφων μου ριζοσπαστών, συνέταξα το αναφορικόν ψήφισμα, το οποίον, μετά μικράν τροπολογίαν, έγινε δεκτόν και υπεγράφη υφ’ όλων».[4]  Ο Ιωσήφ Μομφερράτος μας έχει δώσει τη δική του εκδοχή: «[…] αυτοί [Ιωσ. Μομφερράτος και Η. Ζερβός Ιακωβάτος] ιδιαιτέρως συνεσκέφθησαν και συνεννοήθησαν ως προς την σύνταξίν του, όντες άλλως και οι μάλλον ενδιαφερόμενοι ώστε αυτό να στηρίζεται επί των αρχών τας οποίας διά του τύπου εκήρυττον».[5]
          Φαίνεται, όμως, ότι μέχρι και τα τέλη του 19ου - αρχές του 20ού αιώνα, που ο Ηλίας Τσιτσέλης γράφει και εκδίδει τον Α΄ τόμο των Κεφαλληνιακών Συμμίκτων του, το ζήτημα δεν έχει λυθεί. Ο Ληξουριώτης ιστοριοδίφης αναφέρει ότι μπορεί το Ψήφισμα να συντάχθηκε ή από τον Η. Ζερβό Ιακωβάτο ή από τον Ι. Μομφερράτο ή ακόμη και από τον Ιωάννη Τυπάλδο Δοτοράτο Καπελέτο (είναι εκείνος που ανέλαβε να το διαβάσει), για να καταλήξει, κρατώντας ίσες αποστάσεις, ότι «πιθανώτερον ήτο ότι άπαντες συνειργάσθησαν και πάσιν αποδοτέα η τιμή».[6]
          Το πιθανότερο, κατά τη γνώμη μας, είναι να ανέλαβαν τη σύνταξη του Ψηφίσματος οι δύο μαχητικοί δημοσιογράφοι Η. Ζερβός Ιακωβάτος και Ι. Μομφερράτος, όπως έχει γράψει ο τελευταίος. Άλλωστε, τέτοια θέματα έθιγαν συνέχεια στις εφημερίδες τους.

Ο εισηγητής του Ψηφίσματος

          Όλοι, ωστόσο, συμφωνούν με το όνομα του εισηγητή. Επιλέχθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα ο Ληξουριώτης Ιω. Τυπάλδος Δοτοράτος Καπελέτος.[7] Δεν γνωρίζουμε ποιο ήταν το κριτήριο της επιλογής για την υλοποίηση αυτής της ενέργειας, η οποία πράγματι απαιτούσε πίστη, σταθερότητα και τόλμη, καθώς δεν επρόκειτο για μια ενέργεια αυτονόητη και άρα εύκολη, όπως θα αναφέρουμε στη συνέχεια∙ έπρεπε να επιδείξει αγέρωχη στάση, καθώς είχε να διαβάσει μέσα στο Ιόνιο Κοινοβούλιο ένα πράγματι «αγέρωχο κείμενο».[8]  Πάντως, ο ίδιος ήταν δραστήριο μέλος της ληξουριώτικης ριζοσπαστικής πολιτικής λέσχης «Η Ομόνοια» και ήταν ίσως ο γενικότερα αποδεκτός από το σύνολο των συναδέλφων του.
          Έχει, όμως, καταγραφεί μια μικρή ένσταση για τη διαδικασία και το πρόσωπο που επιλέχθηκε, αν κρίνουμε από την παρακάτω αναφορά του Η. Ζερβού Ιακωβάτου: «Υπεχώρησα δε να προταθή [το ψήφισμα] παρ’ ετέρου εν τη Βουλή προς αποφυγήν σκανδάλων και ατομικής τινος μικροζηλοτυπίας».[9] Φαίνεται ότι ο ίδιος θα ήθελε να διαβάσει το Ψήφισμα και ίσως να αυτοπροτάθηκε ή να προτάθηκε από άλλον, υποχώρησε όμως, χωρίς να μπορούμε να εξακριβώσουμε τι είδους σκάνδαλο αποφεύχθηκε και από ποιον εκφράστηκε κάποια «μικροζηλοτυπία».
          Επομένως, η ριζοσπαστική κοινοβουλευτική ομάδα δεν κατέληξε ήρεμα και ομόφωνα στην επιλογή του Ιω. Τυπάλδου Δοτοράτου Καπελέτου.


Η κατάθεση του Ψηφίσματος

          Ας εξετάσουμε τώρα πώς έγινε και τι έγινε κατά την ώρα κατάθεσης του Ψηφίσματος από τον Ιω. Τυπάλδο Δοτοράτο Καπελέτο και τι ακολούθησε. Οι πληροφορίες προέρχονται κατά συμπληρωματικό τρόπο από τα Πρακτικά της Θ΄ Ιόνιας Βουλής, τον τύπο της εποχής και κάποια φυλλάδια, που ειδικά εκδόθηκαν και κυκλοφόρησαν εκείνες τις ημέρες. Με βάση αυτό το υλικό, το οποίο παραθέτουμε στη βιβλιογραφία, θα ανασυνθέσουμε τα γεγονότα.
          Ο Κεφαλονίτης ριζοσπάστης βουλευτής Ιω. Τυπάλδος Δοτοράτος Καπελέτος, που είχε αναλάβει να διαβάσει το Ψήφισμα, άρχισε με μια εισαγωγή, πριν φτάσει στο κείμενο του Ψηφίσματος. Τον διέκοψε, όμως, ο γενικός εισαγγελέας, επειδή αναφερόταν σε θέμα, που δεν είχε συμπεριληφθεί στην ημερήσια διάταξη, προκαλώντας έτσι θόρυβο και αναστάτωση. Με την επέμβαση του προέδρου της Βουλής Γεωργίου Κανδιάνου Ρώμα επιβλήθηκε ησυχία,  για να μπορέσει ο ομιλητής να συνεχίσει, προχωρώντας και στην ανάγνωση του κειμένου του Ψηφίσματος.
          Αλλά αμέσως μετά την ανάγνωση της πρώτης φράσης, σύμφωνα με τα Πρακτικά της Βουλής ή προς το τέλος της προτελευταίας παραγράφου του Ψηφίσματος, σύμφωνα με τους ριζοσπάστες βουλευτές, ο πρόεδρος της Βουλής διέκοψε τη συνεδρίαση, γιατί στο μεταξύ  του παραδόθηκε ειδικό διάγγελμα του αρμοστή, με το οποίο κηρυσσόταν τη χρονική εκείνη στιγμή «λήξασα» η σύνοδος της Βουλής. Αποχώρησε από την αίθουσα μέσα σ’ ένα πανδαιμόνιο διαμαρτυριών αλλά και ζητωκραυγών.
           Το πλήθος από τα θεωρεία ζητωκραύγαζε, επαινώντας τους ριζοσπάστες για την πρωτοβουλία τους, αλλά και διαμαρτυρόταν, αποδοκιμάζοντας την τακτική του αρμοστή και του προέδρου. Διαμαρτυρίες εντονότατες υπήρξαν και από την πλευρά των ριζοσπαστών  βουλευτών, οι οποίοι προσπάθησαν επίμονα να καταχωριστεί το Ψήφισμα στα Πρακτικά της Βουλής. Δεν έγινε όμως κάτι τέτοιο κατορθωτό. Το κατέθεσαν στη γραμματεία, αλλά οι γραμματείς δεν το παραλάμβαναν και αποχώρησαν από την αίθουσα. Τελικά, το πρωτότυπο του Ψηφίσματος επιστράφηκε από υπάλληλο της γραμματείας στον Η. Ζερβό Ιακωβάτο, ο οποίος προσωπικά το παρέδωσε στον πρόεδρο της Βουλής.  Ο τελευταίος δεν το κράτησε, αλλά το επέστρεψε με επιστολή του στο ριζοσπάστη βουλευτή.

Επιλογικά

             Οι εφημερίδες έγραψαν για τα γεγονότα, ενώ παράλληλα η κάθε πλευρά τύπωσε  και κυκλοφόρησε σχετικά φυλλάδια, για να στηρίξει τις απόψεις της και να δικαιολογήσει τη στάση της. Οξύτατη ήταν η κριτική των ριζοσπαστών εναντίον του μεταρρυθμιστή προέδρου της Βουλής Γ. Κανδιάνου Ρώμα, του οποίου τη διαγωγή χαρακτήρισαν «σκανδαλώδη» και «προδοτική», ενώ ο ίδιος υπογράμμιζε την αντικανονική και παράνομη ενέργεια της ριζοσπαστικής ομάδας.
          Είναι αναντίρρητο ότι οι ριζοσπάστες κινήθηκαν αντίθετα προς τον κανονισμό της Βουλής, εφόσον πήραν το λόγο και μίλησαν για θέμα, που δεν είχε εγγραφεί στην ημερήσια διάταξη. Αλλά αυτό ήθελαν: να δηλώσουν με την ενέργειά τους ότι δεν αναγνωρίζουν τη Βουλή της ξενοκρατίας, να προκαλέσουν την Προστασία και τα ντόπια όργανά της.      
            Ουσιαστικά με την επαναστατική τους εκείνη πράξη οι ριζοσπάστες υπονόμευαν τη λειτουργία του Κοινοβουλίου και γενικότερα της Προστασίας, και  μέσα από το κείμενο του Ψηφίσματός τους καθιστούσαν σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν έχουν καμιά σχέση με το υπάρχον καθεστώς,  για το οποίο ποτέ  δεν έδωσε ο επτανησιακός λαός τη συγκατάθεσή του. Τόνιζαν ότι  η ανεξαρτησία, η λαϊκή κυριαρχία και η εθνικότητα κάθε λαού, άρα και του επτανησιακού, που είναι τμήμα του ελληνικού, είναι δικαιώματα φυσικά, απαράγραπτα και αναπαλλοτρίωτα. Και υπογράμμιζαν  ότι εξέλιπαν  οι λόγοι συνέχισης της Προστασίας, αφού ήδη υφίσταται ελληνικό κράτος, δηλώνοντας έμμεσα αλλά σαφέστατα ότι είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν με κάθε θυσία για την ένωση των νησιών τους με το ελεύθερο ελληνικό κράτος.
          Ο αρμοστής με την «παράνομη και βίαιη» αναβολή και τη διάλυση της Βουλής μπορεί να απέτρεψε την ανάγνωση του Ψηφίσματος  μέσα στην κοινοβουλευτική αίθουσα το Ψήφισμα άρα και την καταχώρισή του  στα Πρακτικά, όμως δεν μπόρεσε να συγκρατήσει το ρεύμα, που είχε ήδη φουντώσει. Μπορεί να άρχισε να καταστρώνει τα σχέδια του μεγάλου διωγμού των ριζοσπαστών, το ιστορικό όμως  Ψήφισμα, σηκώθηκε ψηλά κι έγινε σημαία του ενωτικού αγώνα, σταθερό και αδιαπραγμάτευτο σημείο αναφοράς του ριζοσπαστισμού.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Πρακτικά των συνεδριάσεων της Νομοθετικής Συνελεύσεως του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων νήσων της ενάτης βουλευτικής περιόδου, Κερκύρα 1850., σσ. 272-273.
● Τα φυλλάδια που τότε κυκλοφόρησαν:
-- Τα της 26  Νοεμβρίου 1850, [Κέρκυρα] 1850 [: φυλλάδιο των ριζοσπαστών βουλευτών, το οποίο οι τελευταίοι συνέγραψαν και κυκλοφόρησαν στην Κέρκυρα τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου 1850, για να πληροφορήσουν υπεύθυνα την κοινή γνώμη∙ το υπογράφουν οι δέκα από τους έντεκα βουλευτές, γιατί στο μεταξύ ο Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος είχε αναχωρήσει από την Κέρκυρα].
-- Το προς τον λαόν της  Επτανήσου άρθρον του φιλογενεστάτου προέδρου της Ιονίου Βουλής κ. Γεωργίου Κανδιάνου Ρώμα. Εξαχθέν εκ του 49 αριθ. του «Μέλλοντος» και μετατυπωθέν συνδρομή ομοφρόνων αυτού Κεφαλλήνων, εν Ζακύνθω τη 22 Δεκεμβρίου 1850 έ.π.
--  Ανασκευή του  Φυλλαδίου των Βουλευτών Κ. Κ. Γερασίμου Α. Λιβαδά, Ναδάλη Δομενεγίνη, Αγγέλου Δεσύλλα, Φραγγίσκου Δομενεγίνη, Ηλία Ζερβού, Ιωσήφ Μομφερράτου, Τηλεμάχου Παΐζη, Ιωάννου Τυπάλδου Δοτοράτου, Σταματέλου Πυλαρινού, και Χριστοδούλου Ποφάντη,  επιγραφομέ­νου ΤΑ ΤΗΣ 26 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1850, υπό Γεωργίου Κανδιάνου Ρώμα, προέδρου της Εννάτης [sic] Ioνίου Βουλής,  εν Ζακύνθω 1850. [Είναι το ίδιο με το προηγούμενο και δημοσιεύτηκε στην εφ. Το Μέλλον, φ. 49, 26-12-1850, 1-4, «Προς τον λαόν της Επτανήσου»].   
-- Οι αντιπρόσωποι ριζοσπάσται και ο Πρόεδρος της Βουλής Γεώργιος Κανδιάνος Ρώμας ή η  εθνική του κ. Ρώμα προδοσία. Άρθρον έκτακτον, εξαχθέν εκ των αρ. 22-23 της εφημερίδος «Ο Φιλελεύθερος». Οι Ριζοσπάσται Ζακύνθου τοις αδελφοίς Επτανησίοις, εν Ζακύνθω 1851.  [Δημοσιεύτηκε στην εφ. Ο Φιλελεύθερος, φ. 22, 12-1-1851, 1-3, και φ. 23, 20-1-1851, 1-4].
-- «Ο Φιλελεύθερος» και η αλήθεια. Άρθρον εξαχθέν εκ της εφημερίδος «Το Μέλλον». Δι’ ου οι Ριζοσπάσται αποδεικνύονται της πατρίδος και του έθνους προδόται, εν Ζακύνθω 1851. [Δημοσιεύτηκε στην εφ. Το Μέλλον, φ. 51, 27-1-1851, 1-4, φ. 52, 12-2-1851, 1-4, φ. 53, 15-3-1851, 1-4, και Παράρτημα του φ. 53].
-- Αποδείξεις υπέρ της προσβεβλημένης αθωότητος του εντίμου Προέδρου της Εννάτης[sic] Ιονίου Βουλής  Γ. Κανδιάνου Ρώμα, εν Ζακύνθω 1851.
● Ιστοριογραφικά κείμενα:
-- Αλισανδράτος Γιώργος, Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός. Σχέδιο για δοκίμιο πολιτικής ιστορίας, έκδοση Εταιρείας Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι 2006, σσ.
36-44, 46-51.
-- Βερύκιος Γεώργιος, Απομνημονεύματα περί της πρώην Ιονίου Πολιτείας, κυρίως δε περί του εν ταύτη επικρατήσαντος ριζοσπαστικού φρονήματος,  Κεφαλληνία 1870, σσ. 148-150.
-- Βερύκιος Σπύρος, Ιστορία των «Ηνωμένων Κρατών» των Ιονίων Νήσων. Η αποκληθείσα «Βρετανική Προστασία» και οι αγώνες των Επτανησίων διά την εθνικήν αποκατάστασιν 1815-1864, Αθήναι 1964, σσ. 292-297.
-- Ιδρωμένος Ανδρέας,  Ο υπέρ της εθνικής αποκαταστάσεως αγών των Επτανησίων 1815-1864. Πολιτική ιστιορία της Επτανήσου επί της Αγγλικής Προστασίας, εν Κερκύρα 1889, σσ. 63-67.
-- Λομβάρδος Κωνσταντίνος, Το ενωτικό κίνημα στα Επτάνησα, Αφιέρωμα στα εκατόχρονα της Ενώσεως, 1864-1964, εισαγωγή-επιμέλεια Σπ. Μυλωνά, Αθήνα 1965, σσ. 36-37.
-- Λουκάτος Σπύρος, Η Επτανησιακή Πολιτική Σχολή των Ριζοσπαστών, έκδοση Συνδέσμου Φιλολόγων Κεφαλονιάς-Ιθάκης, Αργοστόλι 2009, σσ. 172-175.
-- Μοσχόπουλος Γεώργιος, Ιστορία της Κεφαλονιάς, τ. Β΄, εκδ. Κέφαλος, Αθήνα 1988, σσ. 185-186.
-- Πανάς Παναγιώτης, Ριζοσπάσται και βελτιώσεις εν Επτανήσω, εν Κεφαλληνία 1880, σσ. 19-20.
-- Χιώτης Παν., Ιστορία του Ιονίου Κράτους από της συστάσεως αυτού μέχρι ενώσεως, έτη 1815-1864, τ. Β΄, εν Ζακύνθω  1877, σσ. 245-254.



       






[1].  Σπ. Λουκάτος, Η Επτανησιακή Πολιτική Σχολή των Ριζοσπαστών, έκδοση Συνδέσμου Φιλολόγων Κεφαλονιάς-Ιθάκης, Αργοστόλι 2009, σ. 172.
[2].  Είναι έργο του ζωγράφου Μαρίνου Μαντζαβίνου.. Αντίτυπο της λιθογραφίας αυτής  απόκειται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, στην Αθήνα. Βλ. σχετικά Δώρα Μαρκάτου, «Εικαστικά έργα για τους ριζοσπάστες και την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα»,  Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου «Η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα 1864-2004», (Αθήνα, 24-27 Φεβρουαρίου 2004), τ. Β΄, Βουλή των Ελλήνων, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2006, σσ. 489-493.
[3]. Παναγιώτης Πανάς, Ριζοσπάται και βελτιώσεις εν Επτανήσω, εν Κεφαλληνία 1880, σ. 19.
[4]. Βιογραφία Ηλία Ζερβού–Ιακωβάτου συντεθείσα παρ’ αυτού του ιδίου, Επιμέ­λεια,  Προλεγόμενα, Σημειώσεις Χρ. Σ. Θεοδωράτος, έκδο­ση Φιλολογι­κού Συλλόγου «Παρνασσός», εν Αθήναις 1974, σ. 45.
[5]. Γιώργος Αλισανδράτος, «Ιωσήφ Μομφερράτου, Αυτοβιογραφικά σημειώματα. (Συμβολή στον Επτανησιακό Ριζοσπαστισμό)», Δελτίον Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, τ. 7 (1970),  σ. 19.
[6].  Η. Τσιτσέλης, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τ. Α΄, εν Αθήναις 1904, σ. 152, σημ. 3.
[7]. Αυτός αργότερα, αν και θα εκλεγεί με το ψηφοδέλτιο των ριζοσπαστών, θα «περάσει» στην κοινοβουλευτική ομάδα των ενωτιστών. Συνέβαιναν και τέτοια…
[8]. Γεώργιος Αλισανδράτος,  Κείμενα για τον Επτανησιακό Ριζοσπαστισμό, έκδοση Μουσείου Μπενάκη, σ. 302.
[9].  Βιογραφία Ηλία Ζερβού–Ιακωβάτου …, ό.π.,  σ. 45.     

ΙΩΣΗΦ ΜΟΜΦΕΡΡΑΤΟΣ (1816-1888). Ο "ΑΛΗΘΗΣ" ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ





 Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Θέατρο Αργοστολιού στις 21 Μαΐου 2016,
 στο πλαίσιο επετειακής εκδήλωσης με την ευκαιρία της επίσκεψης 
του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Πρ. Παυλόπουλου στην Κεφαλονιά.



            «Αν και δεν είναι τα άτομα που κάνουν την ιστορία, η ιστορία γίνεται μέσω των ατόμων», έχει πει ένας επαναστάτης διανοούμενος. Η αντίληψη αυτή παρέχει χώρο στο ρόλο των ατομικών «υποκειμένων», της προσωπικής δράσης. Και ο Ιωσήφ Μομφερράτος υπήρξε ένα τέτοιο ατομικό «υποκείμενο» που, διαμορφωνόμενο μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι της εποχής του, συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση αυτού του γίγνεσθαι.
          Χωρίς τον Μομφερράτο θα είχε ίσως άλλη ιδεολογική στόχευση το επτανησιακό ριζοσπαστικό κίνημα. Χάρη και στον Μομφερράτο και ιδιαίτερα σε αυτόν συγκροτήθηκε ο ριζοσπαστισμός στα Ιόνια νησιά με τα ιδιαίτερά του  χαρακτηριστικά. Ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός ως κίνημα εθνικό-απελευθερωτικό και συνάμα αστικό-δημοκρατικό, δε  ζητούσε απλά και μόνο την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα σύμφωνα με την αρχή των εθνοτήτων για τη συγκρότηση ελληνικού εθνικού κράτους. Την ένωση αυτή την ήθελε σε συνδυασμό με δημοκρατικές-κοινωνικές αλλαγές στο ελληνικό κράτος, που, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις των γαλλικών επαναστάσεων του 1789 και του 1848, θα εξασφάλιζαν τα ουσιώδη δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών.  
         
       Όταν ο Ιωσήφ Μομφερράτος γεννιόταν στο Κάστρο της Κεφαλονιάς το 1816 – 200 δηλαδή χρόνια πριν από σήμερα - η γενέτειρά του εγκαινίαζε μια νέα περίοδο της ιστορίας της μαζί με τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου. Τον προηγούμενο χρόνο (1815) στο Παρίσι οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής είχαν βαφτίζει τα Επτάνησα «ελεύθερο και ανεξάρτητο» κράτος και ταυτόχρονα είχαν συμφωνήσει να το θέσουν κάτω από την αποκλειστική προστασία της Αγγλίας. Η τελευταία, όμως, για τα δικά της αποκλειστικά οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα επέβαλε στα Επτάνησα προστασιανό καθεστώς ανελεύθερο και δεσποτικό, μετατρέποντάς τα σε μισο-αποικία της.

          Ο νεαρός Μομφερράτος κατά τη διάρκεια των νομικών σπουδών του στο Παρίσι και την Πίζα ήρθε σε επαφή με τους δημοκρατικούς κύ­κλους των ευρωπαϊκών εκείνων πόλεων και επηρεάστηκε βαθύτατα ιδεολογικά από τις φιλελεύ­θερες ιδέες. Στις αποσκευές του, επιστρέφοντας στο γενέθλιο νησί, κουβαλούσε τα αιτήματα και τις κατακτήσεις της αστικής τάξης της Ευρώπης (πολιτική ισότητα, καθολική ψηφοφορία, καθιέρωση συντάγματος), που δημιουργούσαν ένα νομικό πλαίσιο ανάπτυξης νέων κοινωνικών αλλαγών. Γιατί στο μεταξύ διακινούνταν οι σοσιαλιστικές ιδέες του Σαιν-Σιμόν, του Προυντόν, του Μαρξ και του Ένγκελς, που προμήνυαν εκρηκτικές ιδεολογικές ζυμώσεις και επαναστατικές καταστάσεις.
         Επιστρέφοντας μετά το 1843 στην Κεφαλονιά, αναμίχθηκε ενεργά στις πολιτικές ζυμώσεις της εποχής: τότε διαμορφώνονταν στο νησί οι πολιτικές τάσεις απέναντι στη Βρετανική Προστασία. Ο ίδιος με άλλους ομοϊδεάτες του δραστηριοποιήθηκε αποφασιστικά για την ίδρυση και σωστή λειτουργία του «Δημοτικού Καταστήματος», της περίφημης εκείνης πολιτικής λέσχης, που σύντομα κατέστη το πολιτικό κέντρο του ριζοσπαστισμού στην Κεφαλονιά. Χρήσιμο είναι να ειπωθεί στο σημείο αυτό ότι η λέσχη δεχόταν ως μέλη της και ξένους πολιτικούς πρόσφυγες, που έφταναν διωγμένοι από τις χώρες τους στο νησί μας. Πάντως, ο Μομφερράτος έδινε μεγάλη σημασία στη σωστή λειτουργία του «Δημοτικού Καταστήματος», γιατί γνώριζε ότι αυτό αποτελούσε «κοινωνικό φροντιστήριο» και σχολείο της αγωνιστικότητας και της συλλογικής δράσης. Από τον τόπο της εξορίας του προέτρεπε τους συναγωνιστές του στο Αργοστόλι «ποτέ μην [το] αφήσετε, ακόμη και αν δύο μόνον μέλη ευρίσκωνται αυτού, να διαλυθή ή να διακοπή».       
          Με τις εφημερίδες του, την Αναγέννηση και αργότερα τον Αληθή Ριζοσπάστη, τάχθηκε με τρόπο σαφή και κατηγορηματικό κατά της ξενοκρατίας και υπέρ της εθνικής ανεξαρτησίας. Χαρακτήριζε παράνομη την Προστασία και μάλιστα μετά και από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Γι’ αυτό και απαιτούσε την άμεση παύση της  και την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα.
           Ο αγώνας, όμως, για εθνική αποκατάσταση έπρεπε να συνδέεται με την εγκαθίδρυση ελεύθερου και ισόνομου πολιτεύματος, με τη λειτουργία δηλαδή δημοκρατικού πολιτεύματος. Τάχθηκε υπέρ του δόγματος «τῆς Ἰσότητος, Ἐλευθερίας, καὶ Ἀδελφότη­τος, το οποίον μεταφερθέν από τον χριστιανισμόν εις τον πολιτικόν κόσμον, διά των ενδόξων του Γαλλικού λαού επαναστάσεων, συνιστᾷ τὴν βάσιν τοῦ νεωτέρου διοργανισμοῦ τῶν κοινω­νιῶν», και υπέρ του δόγματος «τῆς κυριαρχίας τοῦ λαοῦ», το οποίο είναι «τὸ ὑπέρτατον, ἀπαράγραπτον καὶ ἀναπαλλοτρίωτον δικαίωμα τῆς κοινωνίας» και «τὸ μόνον ἀληθὲς μέσον τῆς καθιερώσεως πάσης κοινωνικῆς προόδου».
          Πρώτο δηλαδή θεμέλιο κάθε Πολιτείας είναι η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, που σημαίνει ότι όλοι οι θεσμοί πηγάζουν από το λαό και να λειτουργούν υπέρ αυτού. Δίπλα στη λαϊκή κυριαρχία στέκονται οι αρχές της ισότητας, της ελευθερίας και της αδελφότητας και όλες μαζί μπορούν να συνεργήσουν για την κοινωνική πρόοδο. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να υπάρξει εθνική ανεξαρτησία και ελευθερία χωρίς κοινωνική ελευθερία και λαϊκή κυριαρχία.

          Ενιαίο και ανεξάρτητο ελληνικό κράτος με πολίτευμα δημοκρατικό διακήρυττε ο Μομφερράτος, που θα συμπεριλαμβάνει ολόκληρο τον ελληνικό πληθυσμό. Και το ελληνικό αυτό κράτος το ήθελε ως βάση, ως αφετηρία για τη «δημοκρατικήν της Ανατολής ανάπλασιν». Μια δυνατή δηλαδή  δημοκρατική Ελλάδα θα καθόριζε τα εκπολιτιστικά και κοινωνικά δρώμενα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής. Παράλληλα, σε σχέση με τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα,          οραματιζόταν, «ἕν εἶδος εὐρωπαϊκῆς συμπολιτείας» «επί τη βάσει της ελευθέρας εθνικότητος, της κυριαρχίας των λαών και της μεταξύ αυτών αλληλεγγύης», που θα συνέβαλε στην πανευρωπαϊκή πολιτική και πολιτισμική αναγέννηση και ολοκλήρωση της Ευρώπης. Και σε αυτήν την Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία οι μεταξύ των εθνών διαφορές «θέλουσι διευθετείσθαι, όχι πλέον εγωιστικώς, δυσμενώς και εχθροπαθώς, αλλ’ αδελφικώς, εν πλήρει ισότητι, αμοιβαιότητι και δικαιοσύνη».
          Έτσι, ο Κεφαλονίτης αυτός ριζοσπάστης από τα μέσα του 19ου αιώνα καθί­στατο, όπως χαρακτηριστικά έχει αποτιμήσει σύγχρονος ιστορικός, «ο πρώτος Έλληνας […] με ολοκληρωμένη την ευρωπαϊκή συνείδηση, προδρομικός κήρυκας της πανευρωπαϊκής ιδέας και κοινότητας», οραματιστής μιας Ευρώπης των Λαών με  ισότητα, δικαιοσύνη και αλληλεγγύη – μιας Ευρώπης δηλαδή που δε φαίνεται να έχει σχέση με τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.

            Η κοινοβουλευτική του παρουσία υπήρξε αξιόλογη. Οι ομιλίες και οι παρεμβάσεις του στην Ιόνια Βουλή χαρακτηρίζονται από καθαρότητα και συνέπεια. Στην Θ΄ Βουλή μαζί με το συναθλητή του Η. Ζερ­βό Ιακωβάτο ανέλαβαν εκμέρους της ριζοσπαστικής κοινοβουλευτικής ομάδας να συντάξουν το ιστορικό ψήφισμα της Ένωσης το Νοέμβριο του 1850, η ανά­γνωση του οποίου ήταν η αφορμή για τη διάλυση εκείνης της Βουλής από τον Άγγλο αρμοστή. Το ψήφισμα εκείνο έκανε λόγο για το απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού, όπως και κάθε λαού, στην ανεξαρτησία, την εθνικότητα και τη λαϊκή κυριαρχία. Το ψήφισμα εκείνο δεν αναφερόταν απλά στην Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, αλλά στην Ένωση όλων των Ελλήνων, στη συγκρότηση ενιαίου ελληνικού εθνικού κράτους.
          Το τίμημα, όμως, των πολιτικών του αγώνων δεν ήταν μικρό, καθώς από νωρίς μπήκε στο στόχαστρο της Προστασίας. Δυο φορές οδηγήθηκε στην εξορία: την πρώτη φορά  στους Οθωνούς για δέκα περίπου μήνες και τη δεύτερη  στην Ερείκουσα, στη βόρεια άκρη του επτανησιακού συμπλέγματος, για περισσότερα από πέντε συνεχή χρόνια. Εκεί μάλιστα, παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, αρνήθηκε κατηγορηματικά δελεαστικές προτάσεις του καθεστώτος για απελευθέρωση, όπως εξάλλου και ο  άλλος  ριζοσπάστης  αγωνιστής  Η.  Ζερβός  Ιακω­βάτος, που τότε βρισκόταν εξόριστος  στα Αντικύθηρα, στη νότια άκρη του επτανησιακού συμπλέγματος.

           
             Είναι αλήθεια ότι κάθε κίνημα και κάθε ιδεολογία δεν είναι φαινόμενα στατικά και αμετάβλητα. Αντίθετα, εμπεριέχουν μια δυναμική και γι’ αυτό ακριβώς ανανεώνονται και εμπλουτίζονται ή αλλοιώνονται και απονεκρώνονται, ανάλογα με τις απαιτήσεις των καιρών και το συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων της εποχής, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία των ηγετών τους και το δυναμισμό ή το συμβιβασμό της λαϊκής βάσης. Έτσι και στο ριζοσπαστικό κίνημα, εξαιτίας υποκειμενικών και αντικειμενικών λόγων, που δεν είναι της στιγμής να τους αναλύσουμε, από τα μέσα της δεκαετίας του 1850 μέσα στις γραμμές του άρχισε να παγιώνεται μια καθαρά ενωτιστική τάση, που απέρριπτε το δημοκρατικό-κοινωνικό περιεχόμενο του ριζοσπαστισμού.
          Οι ενωτιστές αυτοί, που επικράτησαν τελικά μέσα στο κίνημα, επέμεναν μόνο στην εθνική διάσταση του ζητήματος, ζητώντας «Ένωσιν, ένωσιν, και μηδέν άλλο». Αλλά κάτι τέτοιο ερχόταν σε αντίθεση με όσα μέχρι τότε υποστήριζαν οι εκπρόσωποι του ριζοσπαστισμού και φυσικά δεν ήταν δυνατόν να το δεχτεί ένας γνήσιος και ακραιφνής ριζοσπάστης, όπως ο  Ιωσήφ Μομφερράτος, ο οποίος και πρωτοστάτησε στην οξύτατη ιδεολογική σύγκρουση μεταξύ των γνήσιων ριζοσπαστών και των «νεοφώτιστων» ριζοσπαστών ή ενωτιστών.  Ο ίδιος δε σταμάτησε και εκείνη την περίοδο να διακηρύττει ότι «ο αγνός και αληθής ριζοσπαστισμός δεν έχει ως μόνον δόγμα την εθνικήν αποκατάστασιν, αλλά και την επί το βέλτιον της κοινωνίας ανάπλασιν».

          Το πολιτικό, όμως, παιχνίδι είχε χαθεί για τον αγνό και αληθή ριζοσπαστισμό. Την ίδια περίπου περίοδο, η αγγλική εξωτερική πολιτική διαπίστωνε το ασύμφορο για τα βρετανικά συμφέροντα της συνέχισης της κατοχής των Επτανήσων – ασύμφορο βέβαια στο οποίο συνέβαλαν και οι μέχρι τότε αγώνες των ριζοσπαστών.  Ο Μομφερράτος, σφοδρός αντίπαλος της ξενοκρατίας, αλλά και ευφυής και διορατικός πολιτικός, έγκαιρα διείδε τη στροφή της αγγλικής διπλωματίας στο επτανησιακό ζήτημα. Η Αγγλία ζητούσε να παραχωρήσει τα Ιόνια νησιά, για να κερδίσει την Ελλάδα - γεγονός που αναντίρρητα συνέβη. Χαρακτηριστική, άλλωστε, ήταν η εκτίμηση του τότε Άγγλου υπουργού των Εξωτερικών, όταν έγραφε ότι «η παραχώρηση των νησιών θα προσδέσει τους Έλληνες στο νέο μονάρχη τους [το Γεώργιο] και εκείνον σε μας».
           Και σε αυτήν τη δύσκολη καμπή του ενωτικού αγώνα ο Μομφερράτος μαζί με τον Ζερβό Ιακωβάτο δε θα μπουν στον πειρασμό του «εφικτού» και στη λογική του «ρεαλισμού». Θα απορρίψουν την προτεινόμενη από την Αγγλία ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα και θα προτείνουν την αναστολή του εθνικού ζητήματος και την ψήφιση βελτιώσεων για την ανακούφιση του λαού. Παρ’ όλο που το σύνολο των βουλευτών είχε αποδεχτεί την ενωτική διαδικασία, όπως την καθόρισε η αγγλική διπλωματία, ούτε ο Ζερβός Ιακωβάτος ούτε ο Μομφερράτος  δέχτηκαν να θέσουν  υποψηφιότητα για την τελευταία, τη ΙΓ΄ Βουλή, η οποία θα ψήφιζε την  Ένωση - μια Ένωση όμως ως ελεημοσύνη και όχι ως δικαίωμα, μια Ένωση που προϋπέθετε διαπραγμάτευση με αυθαίρετους όρους παραχώρησης.
        Να γιατί λείπουν από το τελικό ψήφισμα της Ένωσης οι υπογραφές των δύο πρωτεργατών του ενωτικού ριζοσπαστικού αγώνα. Γιατί πίστευαν αυτοί οι αληθείς ριζοσπάστες ότι ένας πατριωτικός στόχος χωρίς κοινωνικό περιεχόμενο εύκολα μπορεί να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης των στρατηγικών επιλογών του διεθνούς παράγοντα και, αντίστροφα, ότι καμιά ουσιαστική δημοκρατική-κοινωνική μεταρρύθμιση και αλλαγή δεν μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα, αν κινείται έξω από το πλαίσιο μιας ανεξάρτητης και δημοκρατικής πατρίδας.

          Παραταύτα, ο Μομφερράτος δε σταμάτησε τον αγώνα του στις νέες τώρα συνθήκες. Συνέχιζε μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο να υπερασπίζεται τις δημοκρατικές αρχές και ιδέες, να αντιμάχεται τον κομματισμό και την πολιτική φαυλό­τητα. Ως πληρεξούσιος της Κεφαλονιάς στη Β΄ Ελληνική Εθνοσυνέ­λευση κατά τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος υποστήριξε το πολίτευμα της αβασίλευτης δημοκρατίας. Ανυ­ποχώρητος πολέμιος της μοναρχίας, τη χαρακτήριζε «ἀλλόκοτον δόγμα» και υποστήριζε ότι «τὸ σύστημα τῆς ἰσο­βιότητος, τῆς διαδοχῆς καὶ τοῦ ἀνευθύνου εἶναι πρὸς τὴν κυριαρχίαν τοῦ λαοῦ ὅλως ἀσυμβίβαστα καὶ ἐκ διαμέτρου ἀντίθετα». Γι’ αυτό ακριβώς αρνήθηκε – μόνος αυτός μεταξύ των υπόλοιπων πληρεξουσίων – να προσυπογράψει το τελικό κείμενο του Συντάγματος του 1864, καταψηφίζοντάς το στο σύνολό του, παρ’ όλο που ομολογουμένως περιείχε αρκετές προοδευτικές διατάξεις.
 

           Ο Ιωσήφ Μομφερράτος υπήρξε η αγνότερη και δημοκρατικότερη φυσιο­γνωμία μεταξύ των Επτανήσιων αγωνιστών κατά της Αγγλοκρατίας. «Απόλυτο δημοκράτη» τον χαρακτήρισε ο συναγωνιστής του Η. Ζερβός Ιακωβάτος, ενώ σύμφωνα με άλλο σύγχρονό του «εἶναι ἴσως ὁ μόνος ἐν Ἑλλάδι, ὅστις δύναται νὰ θεωρηθῇ ὡς ἡ ἐνσάρκωσις τῆς δημοκρατικῆς ἰδέας». Με βαθύτατη πίστη προς τις αρχές και τις αξίες της εθνικής ανεξαρ­τησίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της λαϊκής κυριαρχίας και της διεθνούς αλληλεγγύης έμεινε συνεπής σε όλες τις φάσεις της αγωνιστι­κής του πορείας, ενώ δεν έπαψε να στηλιτεύει τον καιροσκοπι­σμό και τον κομματισμό, παραμέ­νοντας  ο ίδιος «ζηλωτὸν παράδειγμα πολιτικῆς τιμιότητος».
        Ταυτόχρονα, υπερβαίνοντας τα στενά εθνικά όρια, οραματίστηκε τη συνεργασία των γειτονικών κρατών και λαών των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής και διακήρυξε την ανάγκη συγκρότησης Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας. Και όλα αυτά με προοπτική τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας ισότητας, δικαιοσύνης, αλληλεγγύης και ειρήνης – μιας «παγκόσμιας αδελφοποίησης», κατά την εύστοχη  ορολογία του.
         
          Ο Μομφερράτος ως θεωρία και πράξη συνιστά πρότυπο ενεργού πολίτη, παράδειγμα δημοσιογραφικού θάρρους και υπόδειγμα πολιτικού άνδρα. Ας μην τον ξεχνάμε.
          Και δε θα τον ξεχνάμε, όπως και συνολικά τον αγώνα του ριζοσπαστικού κινήματος, όσο εμείς θα συνειδητοποιούμε τη σημερινή δυσχερέστατη κατάσταση της χώρας μας, την πολυπλοκότητα των προβλημάτων στη γειτονιά μας, την απαράδεκτη πολιτική και τακτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τους πολέμους και τη φτώχεια στον πλανήτη μας και όσο ταυτόχρονα εμείς ως ατομικά και συλλογικά υποκείμενα θα αποφασίζουμε και θα  δρούμε ως ενεργοί πολίτες, που με το συνεχή και συνεπή αγώνα μας θα θελήσουμε να αλλάξουμε τον εαυτό μας, τη χώρα μας και τον κόσμο ολόκληρο. Οι καιροί απαιτούν «ριζική μεταβολή πραγμάτων και συστήματος», για να τελειώσω εδώ με μια φράση του δικού μας, πάντα αληθούς ριζοσπάστη, Ιωσήφ Μομφερράτου.